30.1.14

Διαδικασία σήψης


Ξεπλένω τις βρώμικες σκέψεις μου.
Τις αραδιάζω χάμω να στεγνώσουν.
Και να τες! Κείτονται εκεί καθάριες, ένα μουχλιασμένο κουβάρι.
Τις ξεδιαλύνω, τις κρεμάω πάνω μου.
Τις κουβαλάω ανηφορίζοντας.
Λυγίζω και αυτοί συνεχίζουν να με κλωτσάνε.
Μα δεν τις εγκαταλείπω τώρα.

Μαζί θα κρεμαστούμε αγάπη μου!

29.1.14

Αισθαντικότητα έκτου βαθμού


Θα 'θελα να ακούω με τα μάτια,
να βλέπω με τα χέρια, 
να αγγίζω με τη μύτη,
να μυρίζω με τη γλώσσα,
να γεύομαι με τα αυτιά.

Γιατί εσύ όταν μιλάς, κοιτάς στο στόμα.
Και όταν μιλώ, αλλάζεις βλέμμα.

Και όταν σωπαίνεις, δε θες να ακούσω.
Όμως εγώ πρέπει να βρω τρόπο να σε νιώσω.

25.1.14

Όταν τα πιο σύνθετα πράγματα διατυπώνονται με τα πιο απλά λόγια (..)


Και κάποια στιγμή, όταν θα σε έχω στην αγκαλιά μου και θα σηκώσω το κεφάλι αναζητώντας ταβάνι και αντικρίζοντας αστέρια, τότε θα αναθεωρήσω.
Γιατί δεν θα αγαπάω πλέον τους ανθρώπους ως μια αστείρευτη πηγή συναισθημάτων, αλλά γιατί σε βρήκα εκεί ανάμεσά τους. 




21.1.14

Ένα ανδρείκελο χωρίς σάρκα


Εκείνος λάξεψε με περίσσεια τέχνη και αυταπάρνηση το κορμί μου.
Και εγώ χωρίς δισταγμό και ντροπή το εξέθεσα.
Άρχισα να περιπλανιέμαι γυμνή.

Δεν ξέρω πως κάποιοι κατάφεραν να απογυμνώσουν τη γύμνια μου, ούτε πότε.

Ο ήλιος πλέον καίει.
Μάλλον ήρθε η ώρα να ντυθώ.




8.1.14

Photoshop


Φόρεσα τα γυαλιά και άρχισα να μακιγιάρω το χώρο.
Μόνο γκρίζες και μπλε αποχρώσεις.
Καμία άλλη δεν επιτρέπεται την ώρα του αποχωρισμού.

Ξάφνου έσβησαν οι λεπτομέρειες, δεύτερο φίλτρο στη σειρά.

Τόνισα νοερά τις ρωγμές.
Σκόρπισα άτσαλα στίγματα και νερά.
Σκηνικό εποχής παρμένο από φακό.

Έσκυψα τολμηρά πάνω απ' τον καθρέφτη να αντικρίσω το είδωλο.
Δε φοβόμουν τι θα αντιμετωπίσω.
-Το ομολόγησε και εκείνη ότι το έβλεπε.-

Είχα πέντε ζευγάρια μάτια να με προστατέψουν !

3.1.14

Ύβρις και τίσις ..


Παραμερίζεις απαλά την κουρτίνα ίσα να δημιουργήσεις την υπόνοια χαραμάδας.
Γέρνεις δειλά το κεφάλι και εισβάλεις υποχθόνια στον έξω κόσμο.

Ασελγείς αποκρυφιστικά στην ιδιωτικότητά του.
Και παρατηρείς, παρατηρείς ..
Όλα είναι τόσο καθαρά κάτω από το φως, μα δε γυαλίζουν.
Απλά λάμπουν θαμπά.
Παντού αντιφάσεις αρμονικά κατανεμημένες.
Παντού αίτια και αποτελέσματα.
Αντλείς ηδονή από το ορατό φάσμα.
Απομιζείς κάθε πνοή που αποπνέει.
Και αγγίζεις τον ορίζοντα, το όριο.
Η στιγμή της κορύφωσης.
Αισθάνεσαι ικανοποίηση, ολοκλήρωση.
Και ερεθίζεται αυτόματα η σκέψη.
Και το βλέμμα είναι πλέον κενό, γεμάτο ερωτηματικά για το άγνωστο.
Μάλλον τα όρια υπάρχουν για να σου δίνουν την ψευδαίσθηση της ικανοποίησης.

Γέρνεις δειλά το κεφάλι και εισβάλεις υποχθόνια στον έξω κόσμο.
Ασελγείς αποκρυφιστικά στην ιδιωτικότητά του.
Τον βεβηλώνεις.