23.2.14

Πέρασε πολύς καιρός να πείθω τον εαυτό μου πως είναι ακατάλληλη η στιγμή. Αυτό με δασκάλεψαν, αυτό παπαγάλιζα και εγώ. Μα χθες το φτέρωμα δε φθόριζε στο σκότος. Κοράκια εξουσίαζαν τη νύχτα, οπότε τι νόημα είχε το φόβο να αφορίσω? 
Αγκαλιά πλαγιάσαμε, με σώματα να τρέμουν σύγκορμα προσμένοντας την όψη της φιγούρας. Της "γνώριμης", της αποκρουστικής. Της λίαν συντόμως διπρόσωπης και διφορούμενης. Της αλληγορικής, της μασκοφορεμένης! Της φιγούρας εκείνης που άπληστα απαιτούσε την αγάπη του μικρού κοριτσιού. 
Και κάπου στη μέση βρέθηκα να αναρωτιέμαι μαζί του για το πως τακιμιάζουν αγάπη και φόβος. Την ώρα εκείνη που οι δικοί μου δαίμονες ξεπήδησαν, αντίζηλοι επάξιοι στο πλευρό μου και αντικαταστάτες.
Ώσπου τέλος, γυναίκα πια εκείνη ξύπνησε και γω με αιματοβαμμένες μαργαρίτες στην ποδιά, υπνοβατούσα παραμιλώντας για τριαντάφυλλα δίχως πέταλα.









                 -He wants you to love him.
       -How could I when I'm afraid of him?

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου